Τα τραγούδια μου στο YouTube
Η μουσική μου στο Spotify
Όλα μου τα ποιήματα (μελοποιημένα ή μη)
Φοβάμαι μην ξυπνήσω
Και δω ότι δεν βλέπω
Πως ό,τι υπήρξε ωραίο
Ονείρου ήταν ποίημα
Συμπτώσεως αποκύημα
Ένα τεράστιο τίποτα στο κάτι αποπίσω
Με σκιάζει η μαυρίλα
Πλακώνει την χαρά μου
Σαν θύελλα του Μάιου
Που δέρνει τους απάτητους
Τους νιόβλαστους τους νάρκισσους
Έτσι με δένει μ’ άλυσους φρικτή ανατριχίλα
Το τρέμω το φινάλε
Την σκώπτουσα κερκίδα
Που είδε κωμωδία
Στης ζήσης μου την όπερα
Που είχε δράμα πρόσκαιρα
Κι άφησε σ’ εκκρεμότητα ουσία κι έννοια πάλαι
Με λούζει ιδρώτας κρύος
Σαν σκέφτομαι την μέρα
Στο ύστατο το έαρ
Ν’ ανθίζει όλη η βλάστηση
Της φύσης θεία βάπτιση
Ότε σοβεί μού κάθειρξη υπόγεια υπτίως
Παγώνει μού το αίμα
Σιμώνοντας το τέλος
Μοιρέως απευκταίως
Σαλπίζοντας πως ύστερα
Από το φεύγον σήμερα
Κάθε στερνή που έτρεφα ελπίδα θά ‘ναι ψέμα
Και φρίττω σαν ξαπλώνω
Κι η Νέμεσις το τέρας
Ντυμένη ως Μορφέας
Μού άδει γκρίζα ποίηση
Που θρύβει μού την οίηση
Μια νέκυια αμετάκλητη για έξω από τον χρόνο
Στάλα καθάρια τοξική
Χθόνιας αλχημείας αιθέρια ρανίδα
Δάκρυ υποσυνείδητο, γέλιο ηδονικό
Καρπέ κολαστικέ, σταγόνα παραδείσου
Γλίστρα σαν φίδι της Εδέμ
Στάξε την πίκρα την γλυκιά στην γλώσσα
Περιμένουμε
Με ευλαβή απαντοχή ωσάν χρησμό σιβυλλικό
Την δόλια σου επήρεια ιερωστί την καρτερούμε
Άνθρακα, υδρογόνο
Άζωτο κι οξυγόνο
Στοιχεία αμβλέα, κοσμικά
Συνύφανέ τα αρμονικά
Εμπότισέ τα με μαγεία
Χα χα χα
Στάζεις, στάζει
Σιρόπι σπέρμα αρχέγονο
Λιώνει η πραγματικότης
Ρευστός ο νους διαλύεται στου χωροχρόνου τις διαστάσεις
Λάγνες θεές λευκόχερες
Μαύροι του γύπα όνυχες απαίσιοι και γαμψοί
Αυτά που πρώτα ήτανε των πλάτανων κλαδιά
Φλεγόμενο βελούδο, ιπτάμενο χαλί
Χορτάρια κυματίζοντα πού ‘τανε πρώτα γη
Μαινόμενες Μαινάδες, παντοδαείς σοφοί
Λουλούδια λικνιζόμενα ενάντια στην σιγή
Γητεύτρες λαμπυρίδες, ουράνια παράσταση εξάλλως ρυθμική
Αστέρια ξεχειλίζοντα του άπειρου πηγή
Φώτα που άδουν ευωδώς
Άσματα ανθομύριστα τέλεια ζωγραφισμένα
Με μια παλέτα αρώματα με χάδια ηρτυμένα
Χάος συνθέτουν σε δομή
Άφατο πανδαιμόνιο σ’ αισθήσεων πανδαισία
Ηδυπαθή διαστρέβλωση σε πλήρη πεμπτουσία
Εξαίσια δημιουργία, διάνοιας υπερεκτίμηση
Αγγέλων και δαιμόνων κολύμπι οργιαστικό
Σ’ ένα κολλώδες σύμπαν γόνιμο, ακατάστατο
Υγρό και γλιστερό σαν θεϊκό αιδοίο
Εκρήγνυται η πλάση σ’ ακατάσχετο οργασμό
Με βρυχηθμό και παφλασμό
Βουτάμε μες στην μέθεξη
Κι εκεί ‘ναι που η παραίσθηση γίνεται υπεραίσθηση
Αράχνες, αράχνες, αράχνες
Γλοιώδεις, τριχωτές και πεταλούδες
Φωσφορίζουν, πιπιλίζουν
Ίσως και νά ‘ναι γλύπτριες
Ή μάλλον σαλιογλείφτρες
Μήπως σκέφτεσαι κι εσύ κροκοδείλους, καρχαρίες
Σαν πάκμαν να δαγκάνουνε στις βαθυμύχιες κρύπτες
Να χωνεύουν αμαρτίες και να χέζουν εμπειρίες
Ενώ κωδωνοτρίζουνε σαν χαλασμένο ράδιο
Μην είναι γνώριμος παλιός, κατοπτρικός παλιάτσος
Κλόουν αστείος, τρομερός
Σάτυρο Σεραφείμ
Με σερπαντίνα στην ευώνυμη και στην δεξιά ξυράφι
Καπνός τριγύρω σου, γνωστό
Πρόσωπο πολυλάτρευτο
Έρωτα, φόβε, αγάπη
Τιμωρία, σωτηρία
Στης μοναξιάς τον ωκεανό
Αβέβαιη μα άνετη, διαπλέουσα σχεδία
Φέγγε την πλεύση αόρατα, χαρώνεια χημεία
Χαρά εκστατική
Αγία ιδέα βακχική
Αβρή παραφροσύνη
Ρούφα σημασία από το κάθε τι
Και χρίε νόημα στα πάντα
Πότισε το παν ζωή
Μούλιαχ’ το και πλάσε την
Χάραξέ μάς την ψυχή
Λυχνία, στάλα δαιμόνια
Laetitia Sacrae Dementiae
Την μουσική αυτού του τραγουδιού έγραψα σε μία πολωνική ακτή της Βαλτικής Θάλασσας, πειραματιζόμενος σε κλίμακες bebop dominant· και τους στίχους, χρόνια αργότερα, σε ένα σκοτεινό πάρκο της Αθήνας.
Spotify: https://spoti.fi/3k5OxOR
Apple Music: https://apple.co/3Ldddkn
Όλη μου η μουσική στο YouTube: https://bit.ly/3K7qxFx
Στίχοι:
Κάσια, γλυκιά μου
Είσαι ανεμοδούρα
Δεν ξέρεις τι θέλεις
Μόνο κάνεις βαβούρα
Κάσια, χρυσή μου
Πήγαινε σού λέω
Μαζί σού δεν πάω
Νηφάλιος δεν παραπαίω
Κάσια, καλή μου
Βούλωσ’ το λιγάκι
Δράμα μην κάνεις
Δεν είσαι παιδάκι
Τι θαρρείς θ’ αλλάξει
Τό ‘χουμε κουράσει
Κάσια, μιρκή μου
Κάσια, μουρλή μου
Δεν με συγχωρείς, δεν σε συγχωρώ
Τι θες τώρα να σού εξηγώ
Δεν με αγαπάς, δεν σε αγαπώ
Ποιoς ο λόγος να σε μισώ
Τά ‘χουμε σκατώσει κι οι δύο
Ας το πούμε τώρα το αντίο
Έστω κι αν πολύ σε ποθώ
Κάσια, γλυκιά μου
Σήκω φύγε τώρα
Γρήγορα σού λέω
Πριν μας πάρει η κατηφόρα
Κάσια, χρυσή μου
Είσαι ασθένεια
Πάρε το μπούλο
Μού τά ‘χεις κάνει τσουρέκια
Κάσια, ανεμοδούρα
Κι εγώ είμαι ανεμοδούρα
Σκάσε αμέσως πατσαβούρα
Θα κάνω μανούρα
Κάσια, μικρή μου
Κάσια, τρελή μου
Άντε εξαφανίσου
Τράβα και ήσου
Δεν με συγχωρείς, δεν σε συγχωρώ
Τι θες τώρα να σού εξηγώ
Δεν με αγαπάς, δεν σε αγαπώ
Ποιoς ο λόγος να σε μισώ
Τά ‘χουμε σκατώσει κι οι δύο
Ας το πούμε τώρα το αντίο
Παύσε αγαπητή μου
Κάσια ψυχοπαθή μου
Δεν με συγχωρείς, δεν σε συγχωρώ
Τι θες τώρα να σού εξηγώ
Δεν με αγαπάς, δεν σε αγαπώ
Ποιος ο λόγος να σε μισώ
Τά ‘χουμε σκατώσει κι οι δύο
Ας το πούμε τώρα το αντίο
Έστω κι αν πολύ σε ποθώ
Πρώτη ηχογράφηση
Εν αντιθέσει με όλα μου τα υπόλοιπα τραγούδια, των οποίων η σύνθεση απετέλεσε διαδικασία ετών, το συγκεκριμένο το έγραψα από αρχή μέχρι τέλος εντός μίας ημέρας σε μία έρημη παραλία του Αιγαίου Πελάγους.
Στίχοι:
Χάνω τον ύπνο μου· τις νύχτες μελαγχολώ
Πού ‘σαι, τι κάνεις, την κάθε στιγμή απορώ
Πράγμα δεν θέλω από το να σε ξαναδώ
Έχω τόσα πολλά και κρυφά να σού πω
Γιατί αν όχι σε σένα, πού αλλού να τα πω
Σκέφτομαι, μπλέκομαι, χάνομαι, μόνος πονώ
Μόνο την σκέψη σου έχω για ν’ ασχοληθώ
Να σε ξεχάσω πια ούτε στιγμή δεν μπορώ
Έχω τόσα πολλά και κρυφά να σού πω
Γιατί αν όχι σε σένα, πού αλλού να τα πω
Αυτό το τραγούδι, μικρή μου, μιλάει για σένα
Άκου που λέει αυτό που φοβάμαι να πω
Είναι ο νους μου κι η γλώσσα πολύ μπερδεμένα
Τι να συμβαίνει δεν το πολυκατανοώ
Να σ’ το εκφράσω δεν βρίσκω άλλον τρόπο κανένα
Άκου το τώρα λοιπόν που σού το τραγουδώ
Μες στην καρδιά μου έχω χώρο μονάχα για εσένα
Αν ποτέ έχω αγαπήσει τότε τώρα εσένα αγαπώ
Το παρόν τραγούδι αρχικά εμπνεύστηκα μία ψυχρή νύχτα της προηγούμενης δεκαετίας, αφότου είχα μόλις τρακάρει ένα παλιό μου φιλαράκι σε μία κατάσταση ανήμπορη. Ύστερα, εξελίχθηκε αυθόρμητα εκεί που τζάμαρα με Αφρικανούς φίλους σε μία αυτοσχέδια παράγκα σε κάποια παραλία στο Κασαμάνς της Σενεγάλης έναν περασμένο χειμώνα. Εν τέλει, 2022, ευκαίρησα να το ολοκληρώσω και να το ηχογραφήσω με τα πενιχρά μου τεχνικά μέσα. Αν να σάς αρέσει, μπορείτε να το προσθέσετε στο Spotify ή Apple Music.
Στίχοι:
Δεν μπορώ
Θέλω να φύγω αποδώ
Να σωθώ
Μα πού να πάω;
Δεν μπορώ
Μού έχεις πάρει το μυαλό
Τι να πω; Δεν μπορώ να το δεχθώ
Πως με έχεις έτσι χάλια καταντήσει
Και με παίζεις και μ’ ελέγχεις
Δεν μ’ αφήνεις να σκεφτώ
Μού το έλεγαν οι πάντες ότι είσαι μια απάτη
Δεν τους άκουγα ο βλάκας
Άχου πώς μετανοώ
Κάτι τέτοιες νύχτες μαύρες πού ‘μαι μόνος
Σαν βρυκόλακας γυρνάω
Και πολύ φρικτά πονώ
Που δεν σ’ έχω και σε θέλω
Κι ας μην θέλω να σε έχω
Πωπώ πώς σε λαχταρώ
Και λεφτά και περηφάνια όλα χάρισμα για σένα
Την ζωή μου, την ψυχή μου
Και την μάνα μου πουλώ
Θε μου πόσο ντρέπομαι· μα δεν μπορώ
Πλέον δίχως σού να ζήσω ούτε λεπτό
Πριν χαθώ Κάλλιο εσύ να με σκοτώσεις προτιμώ
Υποφέρω, δεν αντέχω, απαυδώ
Δεν μπορώ
Πρέπει να παύσω να αλγώ
Να ασθενώ
Μα τι να κάνω;
Δεν μπορώ
Σε έχω ανάγκη σαν μωρό
Να σταθώ
Στα δυο μου πόδια αδυνατώ
Δεν μπορώ να περπατήσω ή να φάω
Ή οτιδήποτε να κάνω
Αχ τι μάγια μού ‘χεις κάνει απορώ
Μ’ είχανε προειδοποιήσει ότι θα με καταστρέψεις
Ήμουνα πολύ μαλάκας
Που ήθελα να σε γευθώ
Στην επιφάνεια ήσουν μέλι
Μα σαν βρέθηκα αποκάτω
Σε μιαν άβυσσο σκατών να κολυμπώ
Χωρίς φειδώ
Χωρίς αιδώ
Μόνο να πεθάνω να εκλιπαρώ
Μα τι κάθομαι και λέω, τά ‘χω χάσει, μήπως ξέρω
Και σε θέλω σε θέλω σε θέλω
Δεν μπορώ θα τρελαθώ
Μόνο απελπίζομαι και δεν μπορώ
Πλέον δίχως σού να ζήσω ούτε λεπτό
Πριν χαθώ
Κάλλιο εσύ να με σκοτώσεις προτιμώ
Υποφέρω, δεν αντέχω, απαυδώ
Είναι εξαιρετικά ικανοποιητικό να ολοκληρώνεις κάτι που σού έχει απασχολήσει το κεφάλι για χρόνια. Όπως και με σχεδόν όλα μου τα τραγούδια, η συντέλεση αυτού υπήρξε μία πολυετής διαδικασία… Αρχίζει συνήθως με μία ξαφνική ιδέα – ένα ριφάκι, μία μελωδία, έναν στίχο – και σιγά-σιγά, κατά τα πρόσκαιρα διαλείμματα από τα ταξίδια μου, όταν μού δίδεται η πολυπόθητη ευκαιρία να πιάσω μια κιθάρα, όλο-και προστίθενται μέρη για να συγκροτηθεί σαν παζλ με τον καιρό ένα τελικό αποτέλεσμα.
Το χτίσιμο του συγκεκριμένου άρχισε ένα ζεστό καλοκαιρινό απόγευμα πριν περίπου τέσσερα χρόνια. Ήμουν στο Καζάν, πρωτεύουσα της αυτόνομης ρωσικής επαρχίας του Ταταρστάν. Είχα μόλις καθίσει σε ένα σκιερό παγκάκι σε έναν κομψό κήπο υπό το τέμενος του Κουλ Σαρίφ στο κρεμλίνο της πόλης. Άναψα ένα τσιγάρο και πήρα να περιπλανώμαι στον χαώδη κυκεώνα του μυαλού μου, και πήρα να παίζω μουσική στο κεφάλι μου να εναρμονίσω την υπόστασή μου. Αποκάπου μού μπήκε ως ωτοσκώληλας αυτός ο ρυθμός και πήρε να φέρνει ασταμάτητες λούπες. Έβγαλα τότε το σημειωματάριο και έγραψα και την πρώτη στροφή του ρεφρέν. Τελείωσα το τσιγάρο, άφησα το νέο μου ημιτελές δημιούργημα στην αναμονή, και έφυγα.
Νότα-νότα, λέξη-λέξη, τού έδωσα τελικά πρόσφατα την τελική του μορφή και είπα να το ηχογραφήσω. Εν αντιθέσει με όλα μου τα προηγούμενα τραγούδια, που τα ηχογράφησα με σκέτες κιθάρες στο κινητό, αυτήν την φορά είπα να δοκιμάσω να κάνω κάτι πιο πλήρες και ποιοτικό. Ακόμη μακριά από μία επαγγελματική ηχογράφηση – που θα απαιτούσε ένα στούντιο και εξοπλισμό που ούτε τα λεφτά ούτε τον χρόνο διαθέτω να ασχοληθώ να ψάξω – χρησιμοποίησα τα βασικά μου μέσα και το έγραψα το κατά δύναμιν καλύτερα με ψηφιακό συγκρότημα. Ελπίζω σε κάποιους να αρέσει 🎸
*Το outro είναι λίγο πειραματικό. Άκουγα πολύ prog rock τελευταία και επηρεάστηκα. Αν φίλοι μου μουσικοί τύχει και το ακούσουν και το καταλάβουν, θα χαιρόμουν να ακούσω εντυπώσεις.
Στίχοι
Την πρώτη γνωριστήκαμε
Ευθύς ηλεκτριστήκαμε
Μα χώρια κοιμηθήκαμε
Σφιγμένα με αγκάλιασες
Σεμνά με καληνύχτισες
Δειλά την πόρτα έκλεισες
Μα κι αν τον τοίχο κράτησες
Νοερά το κανονίσαμε
Την δεύτερη με κάλεσες
Την τακτική σου άλλαξες
Με ζέση με προσκάλεσες
Στον καναπέ καθίσαμε
Μιλήσαμε, τριφτήκαμε
Μια μπύρα μοιραστήκαμε
Ολόψυχα μού ανοίχτηκες
Και τότε ξεσκιστήκαμε
Την Τρίτη δεν με ξύπνησες
Σ’ άδειο κρεβάτι μ’ άφησες
Στην πόλη με παράτησες
Με μια τεκνού τριγύρισα
Με μια Μαλάγια έμπλεξα
Τις εκαλολιμπίστηκα
Μα σαν το βράδυ έπεσε
Με χίλια πίσω σού έτρεξα
Την Τέταρτη δεθήκαμε
Στιγμή δεν χωριστήκαμε
Τον χρόνο φοβηθήκαμε
Περνούσε, θα τελείωνε
Το δειλινό πλησίαζε
Μελαγχολία πλάκωσε
Τα στόματά μας ράψαμε
Και στο κρεβάτι ορμήξαμε
Την Πέμπτη ερωτευθήκαμε
Κορμί δεν ξεκολλήσαμε
Βουβά συνενωθήκαμε
Ρητά αποθεωθήκαμε
Μα το πρωί εσίμωνε
Ο Γιάπωνας ερχότανε
Στην πόρτα με συνόδευσες
Κι αποχαιρετιστήκαμε
Πέντε νύχτες στην Κότα Καλιμπάτα
Τα κορμιά μας ιδρωμένα
Ενωμένα σ’ ένα σώμα
Εκυλιόντουσαν στο στρώμα
Αυτό ήταν μυστικό
Τό ‘ξερα μόνο εγώ
Και τα μάτια σου τα λάγνα
Χίλιες νύχτες μες στις φαύλες μου αναμνήσεις
Ολοένα επιστρέφεις
Επιφέρεις φαντασιώσεις
Ερεθίζεις ονειρώξεις
Δεν μ’ αφήνεις να σκεφτώ
Μού προσβάλλεις το μυαλό
Πωπω πώς με δαιμονίζεις
Στίχοι:
Αν τα βουνά δεν με περιμέναν
Θα παντρευόμουνά σε θαρρώ
Θα είχα μάτια μόνο για σένα
Θα σού ‘κανα και ένα μωρό
Μα τι να κάνω που θέλω χρόνια
Για να τα ανέβω τα όρη όλα
Είναι ψηλά σαν μού ‘ναι η ψυχή
Κι η ύπαρξή μου ανήκει εκεί
Εάν δεν ήμουν έτσι όπως είμαι
Δεν θα με αγαπούσες θαρρώ
Αγάπα με και τώρα που φεύγω
Δεν θα μπορούσα να κάνω αλλιώς
Με τα βουνά έχω κάνει συμβόλαιο
Των κορυφών εγώ είμαι το τρόπαιο
Δεν θα μπορούσα να τα αρνηθώ
Μα μην νομίσεις πως δεν σε αγαπώ
Μην με ρωτάς τι φέρνει το μέλλον
Πώς θα μπορούσα να ξέρω εγώ
Ό,τι κι αν θέλω κι ό,τι δεν θέλω
Τι σημασία να έχει αυτό
Εσύ στα βουνά έχεις έρθει με εμένα
Πρέπει να ξέρεις πως τα γραμμένα
Είναι κρυφά δεν μπορώ να τα δω
Στην ειμαρμένη πώς να αντισταθώ
Εάν το πεπρωμένο θελήσει
Τα μαύρα μάτια σου να ξαναδώ
Χαρά μεγάλη θα με πλημμυρίσει
Χίλιες φορές θα σού πω σ’ αγαπώ
Μα μέχρι τότε καλό μου αστέρι
Κοίτα φεγγάρια που η νύχτα θα φέρει
Κι αν κάποιο ακούσεις να σού τραγουδά
Θα είμαι τότε ψηλά στα βουνά
Κάτω στην Ταπροβανή
Ωκεανόδαρτο νησί
Ευρέθην μία χαραυγή
Απέραντους ορίζοντες
Πλατείς και νέους να ξανοίγω
Κύμα ταχύ πανύψηλο μού κρατεροροχθά από πίσω
Προσέρχεται γοργά-γοργά όπως το καβαλήσω
Τρανά βουνά τα πρωινά στον ουρανό θωρούνται
Φωτοβολούνται οι κορυφές για να μ’ υποδεχθούνε
Μού ξέφυγε ο πύθωνας για να αποφευχθεί το δράμα
Ξεγλίστρησε σαν αστραπή κι ας είν’ δυο μέτρα πράμμα
Ωσάν κι αυτόν γυροβολώ καθώς περνούν τα χρόνια
Μόνο που εγώ δεν σέρνομαι· έχω τροχούς και πόδια
Πολλάκις με σταμάτησαν εις την ακροδρομιά οι μπάτσοι
Είχανε τάχα πρόβλημα· τον νόμο είχα σπάσει
Θέλανε λέει και καλά το πρόστιμο στο χέρι
Καθείς συμπατριώτης μου τι πήρανε το ξέρει
Τρομάρα του, το έβαψε με ερυθρομπογιά το γένι
Το αλάνι, και φροντίζει το καλά-καλά με χτένι
Μα μόνο στο προσποιητό τό ‘χει το χατζηλίκι
Την Μέκκα δεν αντίκρυσε· χωριό δεν έχει αφήσει
Πωπώ πώς ξεπετάγεται που βροντεροβοεί ο ιμάμης
Φοβούμενος την μοίρα του και μη βρεθεί χαρμάνης
Απ’ της Κεράλας τον χρυσό που ολημερίς καπνίζει
Προσπέφτει και προσεύχεται κοιτάζοντας την δύση
Του γέρου σκύλου έφεραν μόνο κακομοιριά τα χρόνια
Πως ζει τού λέει ο πόνος που τού δίνουν τα τσιμπούρια
Κάθεται όλο μόνος του· ποτέ του δεν γαβγίζει
Μα στις εκκλήσεις στον αλάχ αχ πώς φριχτά αλυχτίζει
Κι εγώ μονάχος στέκομαι στην παραποταμιά πιο δίπλα
Εγώ και τα κουνούπια ολούθε από δίπλα
Γιατί χοχλάζει, ατμίζει, το αίμα μου μυρίζει
Και έχουμε κάτι κοινό· θεός δεν μας σκοτίζει
Ωσάν τον Βούδα ώκλασα στης ιεορσυκιάς τις ρίζες
Έτσι που κάνεις να χαθείς σ’ αποψυχιάρες ρύμες
Αυτός διελογιζόταν μπας και εύρει την νιρβάνα
…Μα εγώ σκεφτόμουν άλλα
Για ένα θέμα άσπρο και ξανθό
και δυο γαλάζια μάτια
Μέλοπες με γεμίσανε
μπιτσμπόιδες μια δεκαριά
με ξύλα και στειλιάρια
Ο ένας όμως δεν με λησμονεί
Δονήθη το κρανίο
Δόξα πατρί στο κούτελο
Τού κέντραρα μια γονατιά
Με κόντρα χέρια δύο
Σε μαύρο βράχο κρύο κοφτερό
Συνέθλιψέ με κύμα
Αίμα πηχτό εξέρρευσε
Πληγές με πύον και βρομιά
Να γειάνουν πήρε μήνα
Στενός και άδειος χώρος πνιγερός
Κι ένα μαγεύον βλέμμα
Σίδερα με φυλάκισαν
Ιδρώτας, δάκρυα και φωτιά
Υπήρχε ένα θέμα
Οι μέλοπες ξεφθίζουνε· όπως περνάει ο χρόνος ποίθει
Οι έρωτες λιμνάζουνε στ’ απόνερα της λήθης
Ουλές μονάχα αδυνατεί ο χρόνος να σκονίσει
Οι πιο ανεξίτηλες ουλές είναι οι αναμνήσεις
Κάτω στην Ταπροβανή
Σε μιαν αφρίζουσαν ακτή
Ευρέθην ένα δειλινό
Απέραστους ορίζοντες
Να χαιρετάω πριν να φύγω
Πέρα απ’ την Ταπροβανή
Έχω περάσει κι αποκεί
Πήγα που λέτε βρε παιδιά
Σε μία πολιτεία
Μια πολιτεία μαγική
Παράδοξη, ουτοπική
Πού ‘χε αεί καλοκαιρία
Ήταν ο ουρανός βαθύς
Τα σύννεφα φευγάτα
Κι η θάλασσα που ορούσα την
Πλατιά, γαλάζια, απέραντη
Με κύματα τρεχάτα
Χίλιες θυμήσεις θεωρώ
Κάθε βήμα που κάνω
Χώρος και χρόνος λιώσανε
Τον νου μου ελαφρώσανε
Πετώ με ονειροπλάνο
Όσα θωρώ κι όσα γρικώ
Τά ‘χω χιλιοβιώσει
Μα σαν παιδί μικρό, λωλό
Κάθομαι και αναπολώ
Πόσες χαρές μού έχουν δώσει
Σμήνος γοργό και παρδαλό
Γίναν οι αναμνήσεις
Και όταν κάπου αλλού βρεθώ
Σε λαχταροπαρακαλώ
Χαρά μου μην μ’ αφήσεις
Νομίζω επιβάλλεται να πω ένα τραγούδι
Μού φαίνεται όμως σήμερα πως δεν μπορώ να τραγουδήσω
Καλύτερα θα ήταν να προσφέρω ένα λουλούδι
Μα δεν το κόβω αφού δεν έχω πουθενά να το δωρίσω
Θα έπρεπε να υφάνω ένα φαιδρό ματζόρε
Μα θέλει διάθεση φαιδρή ώστε κλωστή να ξετυλίξω
Θα ήταν ταιριαστότερο εν άθυμο μινόρε
Μα πόθεν νά ‘λθει η έμπνευση; δεν νιώθω πόνο ν’ απαλύνω
Θά ‘θελα να με διέπνεε η κρύφια εκείνη μούσα
Που τέτοιο άχρωμο αίσθημα θα κάτεχε πώς να εκφράσω
Από την κούφια μου ψυχή έτσι να τραγουδούσα
Μα δεν ακούω τίποτε· μού μένει μόνο να σωπάσω.
Έπεσε η νύχτα φίλε μου
Μην χουζουρεύεις άλλο
Ξύπνα! Σήκω! Ξεσηκώσου!
Άκου!
Φωνές φαιδρές κι εύθυμες συγχορδίες
Κάτω απ’ το μπαλκόνι αρχίζουν κι αντηχούν
Ένα αεράκι ξάλαφρο καραϊβικό
Εμποτισμένο με έντονο γλυκό ερωτισμό
Στις σκονισμένες αβανέζικες οδούς
Τις ημερήσιες τις σπουδές επήρε κι αποσβένει
Βιάσου!
Βρες μια φανέλα κι ένα παντελόνι
Αέρινο πάνω σού να πετάξεις
Καλά την κιθάρα κούρδισε
Και κρέμασ’ την στην πλάτη
Το ρούμι το μπουκάλι το κλειστό
Όχι το μισοάδειο
Άρπαξε στο ‘να χέρι
Και το που αγόρασες εχθές σ’ εκείνο το στενό
Από τον κομπανιέρο τον καταφερτζή
Το πούρο το καλό, το αρωματικό
Να μην ξεχάσεις να το χώσεις μες στην τσέπη
Τρέχα!
Καθόλου μην χρονοτριβείς
Γοργά γοργά ξεπέρνα
Τους ξεχαρβαλωμένους της Αμπαναβιέχας δρόμους
Ουψ!
Ποία είν’ αυτή που με λαχτάρα τόση
Το όνομά σου σκούζει μες από την αυλή
Α, είναι εκείνη η ψιλόλιγνη μουλάτα
Μιας περασμένης και θολής βραδιάς αγάπη
Γλίστρα, αγνόησέ την
Αφού ‘ν’ το τώρα ελατό
Το πριν τι θέλει, τι γυρεύει
Στην Μαλεκόν! Στην Μαλεκόν!
Έρωτας νέος και αγνός
Στέκει και σε προσμένει
Νιώσε!
Της γκουαράτσας τον ρυθμό
Με πόσο πάθος τον βαρούν αυτοί οι βιρτουόζοι
Μόνο για τζούρα και γουλιά
Kάνε και καμμια παύση
Και νότες δίνε ανελλιπώς
Ο αναλγητικός αυτός συνηχισμός
Να μην κατασταλάξει
Αχ τι λάγνα σε ξανοίγει η στρουμπουλή αυτή νεγρίτα
Σε τι ακολασίες τα σκέρτσα της κάνουν νύξη
Μα πρόσεχε, εμπνεύσου, μα μην σε παρασύρει
Η νύχτα μόλις άρχισε, να μην την χαραμίσεις
Εξάλλου πήρες μαύρη οψές
Σήμερα θες σπανιόλα
Κι η γκουαράτσα κούρασε
Τράβα για καμμια ρούμπα
Πολύ γι’ απόψε οινόπνευμα
Πολλή γυροφορά
Νότες και πρόσωπα αχνά χόρτασαν τις αισθήσεις
Ανολοκλήρωτοι έρωτες μετρούν εκατοντάδες
Αδειάζουν οι οδοί, τα κέντρα ερημώνουν
Σαν να χαράζει σύντομα θαρρείς η ανατολή
Είν’ ώρα να πλαγιάσεις με ένα απαλό κορμί
Να η αγάπη εκεί χορεύει
Σε τούτο που ξεχάσανε να κλείσουνε το μπαρ
Αναγάπητη και μεθυσμένη πως ξημερώνει δεν το ξέρει
Για σένα το κορμάκι της λικνίζει ερωτικά
Κέρασέ τη ένα μοχίτο
Μην την απογοητεύσεις
Όρκους αγάπης δώσε τής άσβεστης και αιώνιας
Εύγλωττους και με ζέση, σαν καρτερεί ν’ ακούσει
Ντάλα βαράει ο ήλιος από του παραθύρου την σχισμάδα
Ξύπνησε η καλή σου και πάει στην σπουδή της
Γιάμαμε αμόρ σού λέει με μια ισχνή ελπίδα
Καθώς το καλοδιπλωμένο ακουμπάει ραβασάκι
Καθαρογραμμένο τον αριθμό της πάνω στο κομοδίνο
Εσύ τής απαντάς με ένα φιλί στο στόμα
Αγωνιωδώς παρατηρείς ενόσω κλείνει η πόρτα
Αντίο έρωτά μου αποψινέ
Με έναν κρυφό λυγμό ρεμβάζεις
Ποτέ δεν θα σε ξεχάσω
Καινούργια νύχτα έρχεται
Πέσε! Ξεκουράσου!
Στίχοι
Κάποιος θα φταίει, μα όχι εγώ
Που ο κόσμος αλλάζει κι έχω μείνει να κοιτώ
Μην με ρωτάτε γιατί ζω έτσι όπως ζω
Ίσως και να είναι πως δεν θέλω να σωθώ
Κι όλο τρέχω σαν πούστης μα δεν φτάνω πουθενά
Διότι όσο και να σπεύδω έχει κιάλλο πιο μπροστά
Θα το ήθελα ν’ αράξω μα με έχει από κοντά
Η μοίρα η καταραμένη που όλο με κυνηγά· δεν σταματά
Δεν ξέρω άμα το θυμάστε τότε που ήμασταν παιδιά
Πόσα λίγα από το τώρα έχουν μείνει όπως παλιά
Και εις μάτην διερωτούμε εάν είναι αληθινά
Άφου αύριο, ούτως ή άλλως, θά ‘ναι διαφορετικά
Ναι, θα τό ‘θελα να ζήσω σ’ ένα ψέμα βολικό
Μα τι να γίνει, δεν ελέγχω το τι είναι πιστευτό
Κι όσο και να με λυπεί, είναι πλέον κατανοητό
Αυτό που έχω τώρα να σας πω
Κάποιος το ορίζει, μα όχι εμείς
Που ο κόσμος που γεννάται γίνεται πιο ακριβής
Έτσι που στα δεδομένα της καινούργιας εποχής
Η ανθρώπινη η φύση είναι τόσο ανεπαρκής
Μάς παρήγγειλε το σύμπαν μια ρητή αποστολή
Και μάς έδωσε αξία αυστηρά παροδική
Και σαν ήγγικεν η ώρα να προοδεύσουν οι καιροί
Μένουμε όλοι περιττοί
Ο τελευταίος άνθρωπος
Είμαι εγώ κι είσαι κι εσύ
Τον ρόλο που μάς δώθηκε
Υποκρινόμαστε μαζί
Κι έστω κι αν είναι άδικο
Έτσι εξελίσσεται η ζωή
Κι εκεί που έλεγα να πάω στον παράδεισο
Αφού θαρρούσα ήμουν εξαιρετικός
Με κατακτά η λογική
Και μού ληστεύει την ψυχή
Κι εκεί που άρχισα να ορέγομαι την κόλαση
Που μόνο ο πόνος μού ‘δοκούσε αληθινός
Η νέα πού ‘καμαν ζωή
Μού απομυζά την λογική
Και όπως ξέφτιζε η ελπίδα και το όνειρο
Και μόνη οδός μού είχε μείνει η φαντασία
Μού την απέκλεισαν κι αυτή
Την τελευταία διαφυγή
Κι όπως τρεκλίζω τώρα ακόμη προς το άγνωστο
Με μια υπόσταση φθαρμένη και αρχαία
Ας με καλούν αταβισμό
Εγώ ακόμη προχωρώ
Με το ηθικό μου υψηλό
Κι αποχωρώ
English Translation
It must be someone’s fault, but it’s not mine
That the world is changing and I can only look
Don’t ask me why I live the way I live
Perhaps it’s that I don’t want to be redeemed
And I keep running like hell, but I don’t reach anywhere
Because, no matter how much I hurry up, there is always more ahead
I would like to settle down but she’s dogging me
The cursed fate who keeps chasing me
She doesn’t stop
I don’t know if you remember when we were kids
How little of now has remained the way it used to be
And in vain I wonder if they’re real
Because, tomorrow, they will nevertheless be different
Yes, I would like to live in a convenient lie
But, what can I do, I do not control what’s credible
And though it saddens me, it is understood
What I now have to say to you
Someone defines it, but it’s not we
That the world which is being born is becoming more precise
So that in the new epoch’s reality
Human nature is so insufficient
The universe assigned to us a grave mission
And gave us a value strictly evanescent
And as the time has come for the era to progress
We all remain superfluous
The last human
I am and you also are
The role which was given to us
We both feign
And though unfair it is
That’s how life proceeds
And right when I fancied going to the heaven
As I believed I was exceptional
Logic conquers me
And robs me of my soul
And right when I started to covet the hell
When only pain felt real
The new life they made
Sucks my logic out
And as the hope and the dream were fading out
And the only way left to me was the imagination
They blockaded it that too
The last escape
And as I still stagger towards the unknown
With a substance ancient and timeworn
Let them call me an atavism
I keep moving on
With my morale high
And I depart
Κάτι μου θυμίζει αυτός ο τόπος
Γνώριμο το χώμα τών πελμάτων μου δοκεί
Νιογέννητο ωστόσο χορτάρι το καλύπτει
Φίλοι παλιοί, καλοί, φαντάζουν οι σημύδες ταύτες
Γυμνές τις ενθυμούμαι· χωρίς τις πράσινές των φορεσιές
Κάτι μού θυμίζει αυτός ο τόπος
Κάτι μού θυμίζει που άλλαξε πολύ
Εδώ πρέπει να ήμουνα την χειμερινή εκείνη μέρα
Τότε που είπα πως από αύριο αλλάζω ζωή
Ελίνα, Ελινάκι
Δώσ’ μού το λευκό σου το χεράκι
Να το σφιχτοκρατήσω
Και ποτέ να μην το ξαναφήσω
Τα ουρανοπαλάτια
Να θωρώ στα δυο σου μαύρα μάτια
Κι ας πάμε όπου μας βγάζει
Χώρια από σένα πράμμα δεν με νοιάζει
Ελίνα, Ελινούλα
Με την αγλαή σου την φατσούλα
Μείδα και μαύλιζέ με
Κι αν το θες τελείως τρέλανέ με
Το μόνο που κατέχω
Πως σιμά για πάντα θε να σ’ έχω
Τούτα συνελογίστηκα
Όταν σε πρωτοαντίκρισα
Και τώρα…
Για τα καλά πλέον πια την έχω πατήσει
Κλείνω τα μάτια και βλέπω την μορφή σου
Το λογικό μου με έχει παρατήσει
Και μονάχα θα ησυχάσω
Σαν σού πω πως σ’ αγαπάω
Για σε η καρδιά μου θαρρώ πως έχει σαλεύσει
Κλείνω τα αφτιά μου κι ακούω την φωνή σου
Τι έχω πάθει δεν ξέρω αλλά μού αρέσει
Διότι αυτό μονάχα νοιώθω
Πως πολύ σε αγαπάω
Η σκέψη μου ασταμάτητα κελαηδάει
Έχει φωλιάσει στην άφατη ομορφιά σου
Μα η μιλιά μου η φτωχή δεν ακολουθάει
Τι άλλο να σού πω δεν ξέρω
Εκτός του ότι σ’ αγαπάω
Όλο το εγώ μου από σήμερα ζει για σένα
Ψυχή και σώματι υπάρχω μόνο για σένα
Χώρια από σένα δεν θέλω άλλο κανένα
Και αυτό βροντοφωνάζω
Δυνατά πως σ’ αγαπάω
Στίχοι
Κείνο το πρωί
Ήταν κρύο πολύ
Η πόλη έρημη και τόσο μουντή
Μού ‘χε μαυρίσει η ζωή
Τριγυρνούσα χαμένος
Ο νους μου δεν ήταν εκεί
Τον είχες κλέψει εσύ
Αυτήν την νύχτα την περαστική
Που επεράσαμε μαζί
Αυτήν που έφυγε πάει
Δεν θα ξαναρθεί
Και δεν σού είπα αχ γιατί
Αυτά που έπρεπε να σού είχα πει
Μα γιατί μα γιατί
Είχα να σού πω
Λόγια ένα σωρό
Για το πώς νιώθω να σού εκφραστώ
Πως ίσως και να σ’ αγαπώ
Μα δεν σού είπα ούτε λέξη
Θα ήταν περιττό
Και καθόλου σωστό
Αφού θα έπρεπε να εξαφανιστώ
Αυτό το κρύο πρωινό
Και περάσανε χρόνια
Μα ακόμη δεν μπορώ
Απ’ το φτωχό μου το μυαλό
Την θύμησή σου να ξεφορτωθώ
Που σού ‘πα μόνο ευχαριστώ
Σ’ ήθελα πολύ
Μα δεν σού τό ‘πα, δεν τολμούσα, σε ένιωθα ψυχρή
Αχ πόσο μ’ είχε συνεπάρει αυτή η νύχτα η γοητευτική
Και δεν μπορούσα να δεχθώ πως έφεξε πρωί
Πώς να σ’ τό ‘χα πει
Δεν μπορούσα, δεν γινόταν να μείνω άλλο εκεί
Την θλιμμένη σου την όψη να θωρώ την σαγηνευτική την τόσο μελαγχολική
Που μού πονούσε την ψυχή
Θα σού τά ‘χα πει
Εάν στ’ αλήθεια το μπορούσα να σ’ είχα ερωτευθεί
Ίσως αν σ’ είχα συναντήσει σε μιαν άλλη περασμένη εποχή
Τότε που ακόμη ωνειρευόμουν με διάθεση αγνή
“Спасибо за эту прекрасную ночь”,
Я тебе сказал, и ты меня презрела.
И так я один ушёл в холодное утро,
и ты с тех пор воспоминанием стала.
“Спасибо” мне только удалось сказать,
Вместо всего, что ты услышать хотела.
И снова теперь после всех этих лет
Я тебе только скажу спасибо, спасибо.