Τα όνειρά μου καταρρέουν
Θρύψαλα σκόρπια στου ορίζοντα τις άκρες
Το κρύο τούτο το μεταλλικό παγκάκι
Κρυμμένο από το φως των φάνων
Πνιγμένο στην πυκνή σκιά των φυλλωσιών
Το μόνο μέρος στην υδρόγειο που την στιγμή αυτή χωρά με
Ένα πακέτο με τσιγάρα που όλο τείνει να τελειώσει
Κι ένα μπουκάλι μισοάδειο φθηνό καμπανέζικο κρασί
Η μόνη που μού μένει στον κόσμο συντροφιά
Ένα στυλό κι ένα άψυχο απόκομμα χαρτιού
Που τις συντεθλιμένες μου αποδέχεται τις σκέψεις
Το μόνο πού ‘χω τώρα γλυκιά παρηγοριά
Ο τόσο χλωμός και θλιβερός μηνίσκος
Που τώρα ετοιμάζεται να δύσει πίσω απ’ το Πουσιλλέκο
Αφήνοντας του κόλπου τα νερά στο αυστηρό σκοτάδι
Το μόνο είναι πράγμα που αποκοτάω να ξανοίξω
Διότ’ οι άνθρωποι και τα έργα των μού προξενούν αηδία
Οι λέξεις των φαντάζουν μού κολαστικές κραυγές
Και δίχως χαρακτήρα τέφρα δοκεί μού οι γυναικεία σάρκα
Να, είναι που μού λείπεις και ξεσυνήθισα την απομόνωσή μου
Και τώρα που η σελήνη έφυγε δεν ξέρω τι να κάνω