Ήλθε και η επαύριον, και ήμασταν κατά το μεσημεράκι έτοιμοι προς αναχώρηση. Μόλις είχαμε φορτώσει το νέο μας όχημα, που εκτός από μεταφορικό μέσον, θα αποτελούσε συνάμα και σπίτι μας για μερικές από τις ημέρες του προσεχούς διαστήματος. Δεν ήταν δα και τόσο ευρύχωρο ― από αυτό που θα χρησιμοποιούσε κανείς κανονικά για τροχοφόρο σπίτι ― αλλά με λίγη φαντασία, και αντοχή του πιασίματος και του κοκκαλοπόνου, και υποφορά του υγρού νυκτερινού καύσωνα, έκανε τελικά ένα αξιοπρεπέστατο, αδάπανο κατάλυμα. Αυτό το ενοικιάσαμε τελικά από έναν ιδιώτη τύπο, ύστερα από πολλά παζάρια με αυτόν και άλλους πολλούς, σε τιμή κατά πολύ λογικότερη από τις πρώτες που ακούς. Ήταν ένα λευκό Toyota RAV4.
Αυτή η ιστορία είναι απόσπασμα από το βιβλίο μου «Από το Κέιπ Τάουν στην Αλεξάνδρεια», στο οποίο αφηγούμαι το επικό, μοναχικό μου ταξίδι από άκρη σε άκρη της σαγηνευτικής Αφρικής, και διαβιβάζω μία σοβαρή μεν, γλαφυρή δε, απεικόνιση της ετερόμορφης και ιδιάζουσας αφρικανικής πραγματικότητας.
Προορισμός δεν υπήρχε ορισθείς. Η κατεύθυνση θα ήταν βόρεια, βεβαίως· και είχαμε μία γενική ιδέα για το πού περίπου θα φτάσουμε και θα κοιμηθούμε σήμερα· και υπήρχαν και μπόλικες ωραίες ιδέες για το πού ενδέχεται να καταλήξουμε τις ερχόμενες ημέρες… ωστόσο, προδιαγεγραμμένο σχέδιο δεν υπήρχε. Ήταν κυρίως αφημένο στην επιρροή του αυθορμητισμού και την παρέμβαση της τύχης.
Έτσι, με το ντεπόζιτο γεμάτο πετρέλαιο, τις αποσκευές φορτωμένες στο πίσω μέρος του οχήματος, το ραδιόφωνο να παίζει ιλαρά σουαχίλικα τραγούδια και διαφημίσεις στο ενδιάμεσο, τα τσιγάρα και τον αναπτήρα διαθέσιμα εντός ακτίνας φτασίματος, και την διάθεση να χτυπάει κόκκινο στα θετικά πρόσημα, προσπερνούσαμε το-ένα-μετά-το-άλλο τα βόρεια προάστια του Νταρ Ες Σαλάμ· μέχρι που ήμασταν έξω για-τα-καλά, και ακολουθούσαμε τον αυτοκινητόδρομο προς βορράν.
Μόλις είχαμε καλύψει τα πρώτα λίγα από κάμποσες χιλιάδες χιλιομέτρων που έμελλε να διανύσουμε με αυτό το όχημα στους τανζανικούς αυτοκινητοδρόμους ― εάν μπορεί κανείς να χαρακτηρίσει αυτοκινητοδρόμους εκείνους τους δρόμους που, εκτός από μηχανοκίνητα, χρησιμοποιούνται εξίσου και από ποδήλατα, ζωήλατα, πεζούς, και ζώα οικόσιτα ή άγρια. Μολονότι πολυσύχναστοι και στενούτσικοι, ωστόσο, η ποιότητα της ασφάλτου και της σήμανσής των ήταν άλφα-άλφα. Ο μόνος λόγος ανησυχίας που διέτρεχε κανείς οδηγώντας εκεί ήταν οι λεωφορειοδηγοί. Σε προσπερνούσαν με ξέφρενη ταχύτητα και έξαλλα κορναρίσματα, σε οποιοδήποτε σημείο και αν σε πετύχαιναν. Τα τουμπαρισμένα και στραπατσαρισμένα λεωφορεία που απαντούσαμε λίαν συχνά στο ξώχειλο κάποιας κλειστής στροφής, δηλοποιούσαν το αναίσιο τέλος που η οδική συμπεριφορά αυτών των τύπων μπορούσε να επιφέρει. Ομολογώ πως η καρδιά μου έκανε τσαλίμια κάθε φορά που θα είχα κάποιον από δαύτους να έρχεται κατέναντί μού από την εσωτερική μεριά μίας στροφής.
Μακρά η πορεία. Αμέτρητες οι φορές που οι απέραντες πεδιάδες εναλλάχθησαν με ψηλούς, καταπράσινους λόφους. Όλη η περιοχή ήταν αρκετά πυκνά κατοικημένη. Πολυάριθμα μικρά και μεγαλύτερα χωριουδάκια ευημερούσαν πανταχού κατά μήκος της διαδρομής. Αδιάκοπα μοχθούσαν οι χωριάτες στην άκρη του δρόμου, μεταφέροντας καλαμπόκι, μπανάνες, και λοιπά δώρα της γης· άλλοι με βοϊδάμαξες· άλλοι με χειράμαξες· άλλοι με ποδήλατα· άλλοι άτροχοι, στην πλάτη με μεγάλα σακιά οι άνδρες, στο κεφάλι με καλάθια οι γυναίκες.
Πάρα πολλά τα χιλιόμετρα που διανύσαμε εκείνη την ημέρα. Και πολλά ακόμη που διανύσαμε την νύχτα. Με μεγάλη προσοχή έπρεπε να οδηγώ αφότου χάθηκε ο ήλιος. Ο δρόμος εξακολουθούσε να είναι εξαιρετικά κοσμοσύχναστος· ως ήταν και νωρίτερα. Και ο φωτισμός δεν βοηθούσε διόλου, μιάς-και ήταν ανύπαρκτος. Εννοείται πως οι πεζοί δεν έμπαιναν στον κόπο να χρησιμοποιήσουν αντανακλαστικά υλικά καθώς περπατούσαν στην άκρη του δρόμου· ούτε και όταν, κάθε-λίγο-και-λιγάκι, σαν από το πουθενά ξεπετάγονταν μπροστά σού για να τον διασχίσουν απέναντι. Ωστόσο, δεν νομίζω πως σ’ εκείνους τους τόπους συνέτρεχε τίποτε το αφύσικο στο να κυκλοφορείς αόρατος μέσα στην νύχτα· ούτε καν για τα πολλά μηχανοκίνητα, πολλά εξ αυτών φορτηγά, που κινούνταν στον δρόμο χωρίς να φέρουν ίχνος φωτός. Τελικά, χωρίς ευτυχώς να έχουμε εμπλακεί σε κάποιο ατύχημα, φτάσαμε αργά την νύχτα στην Τάνγκα.