Έπεσε η νύχτα φίλε μου
Μην χουζουρεύεις άλλο
Ξύπνα! Σήκω! Ξεσηκώσου!
Άκου!
Φωνές φαιδρές κι εύθυμες συγχορδίες
Κάτω απ’ το μπαλκόνι αρχίζουν κι αντηχούν
Ένα αεράκι ξάλαφρο καραϊβικό
Εμποτισμένο με έντονο γλυκό ερωτισμό
Στις σκονισμένες αβανέζικες οδούς
Τις ημερήσιες τις σπουδές επήρε κι αποσβένει
Βιάσου!
Βρες μια φανέλα κι ένα παντελόνι
Αέρινο πάνω σού να πετάξεις
Καλά την κιθάρα κούρδισε
Και κρέμασ’ την στην πλάτη
Το ρούμι το μπουκάλι το κλειστό
Όχι το μισοάδειο
Άρπαξε στο ‘να χέρι
Και το που αγόρασες εχθές σ’ εκείνο το στενό
Από τον κομπανιέρο τον καταφερτζή
Το πούρο το καλό, το αρωματικό
Να μην ξεχάσεις να το χώσεις μες στην τσέπη
Τρέχα!
Καθόλου μην χρονοτριβείς
Γοργά γοργά ξεπέρνα
Τους ξεχαρβαλωμένους της Αμπαναβιέχας δρόμους
Ουψ!
Ποία είν’ αυτή που με λαχτάρα τόση
Το όνομά σου σκούζει μες από την αυλή
Α, είναι εκείνη η ψιλόλιγνη μουλάτα
Μιας περασμένης και θολής βραδιάς αγάπη
Γλίστρα, αγνόησέ την
Αφού ‘ν’ το τώρα ελατό
Το πριν τι θέλει, τι γυρεύει
Στην Μαλεκόν! Στην Μαλεκόν!
Έρωτας νέος και αγνός
Στέκει και σε προσμένει
Νιώσε!
Της γκουαράτσας τον ρυθμό
Με πόσο πάθος τον βαρούν αυτοί οι βιρτουόζοι
Μόνο για τζούρα και γουλιά
Kάνε και καμμια παύση
Και νότες δίνε ανελλιπώς
Ο αναλγητικός αυτός συνηχισμός
Να μην κατασταλάξει
Αχ τι λάγνα σε ξανοίγει η στρουμπουλή αυτή νεγρίτα
Σε τι ακολασίες τα σκέρτσα της κάνουν νύξη
Μα πρόσεχε, εμπνεύσου, μα μην σε παρασύρει
Η νύχτα μόλις άρχισε, να μην την χαραμίσεις
Εξάλλου πήρες μαύρη οψές
Σήμερα θες σπανιόλα
Κι η γκουαράτσα κούρασε
Τράβα για καμμια ρούμπα
Πολύ γι’ απόψε οινόπνευμα
Πολλή γυροφορά
Νότες και πρόσωπα αχνά χόρτασαν τις αισθήσεις
Ανολοκλήρωτοι έρωτες μετρούν εκατοντάδες
Αδειάζουν οι οδοί, τα κέντρα ερημώνουν
Σαν να χαράζει σύντομα θαρρείς η ανατολή
Είν’ ώρα να πλαγιάσεις με ένα απαλό κορμί
Να η αγάπη εκεί χορεύει
Σε τούτο που ξεχάσανε να κλείσουνε το μπαρ
Αναγάπητη και μεθυσμένη πως ξημερώνει δεν το ξέρει
Για σένα το κορμάκι της λικνίζει ερωτικά
Κέρασέ τη ένα μοχίτο
Μην την απογοητεύσεις
Όρκους αγάπης δώσε τής άσβεστης και αιώνιας
Εύγλωττους και με ζέση, σαν καρτερεί ν’ ακούσει
Ντάλα βαράει ο ήλιος από του παραθύρου την σχισμάδα
Ξύπνησε η καλή σου και πάει στην σπουδή της
Γιάμαμε αμόρ σού λέει με μια ισχνή ελπίδα
Καθώς το καλοδιπλωμένο ακουμπάει ραβασάκι
Καθαρογραμμένο τον αριθμό της πάνω στο κομοδίνο
Εσύ τής απαντάς με ένα φιλί στο στόμα
Αγωνιωδώς παρατηρείς ενόσω κλείνει η πόρτα
Αντίο έρωτά μου αποψινέ
Με έναν κρυφό λυγμό ρεμβάζεις
Ποτέ δεν θα σε ξεχάσω
Καινούργια νύχτα έρχεται
Πέσε! Ξεκουράσου!