Οφείλω να ομολογήσω πως οι εικόνες που έφερα στον νου μου συνυφασμένες με αυτή την χώρα δεν ήταν άλλες από αυτές που λίγο-πολύ ο καθείς μάς φέρει· δηλαδή αυτές οι βγαλμένες από τα ιστορικά βιβλία και ντοκιμαντέρ: λοφίσκοι στοιβαγμένων νεκροκεφαλών, πτώματα καταπλέοντα επ’ αιματοβαμμένων ποταμών, σωροί κατακρεουργημένων γυναικοπαίδων εντός εκκλησιών, κ.τ.λ… Με άλλα λόγια, η πρώτη λέξη που ανέκαθεν μού περνούσε από το μυαλό στο άκουσμα της λέξης Ρουάντα ήταν αδηρίτως η λέξη γενοκτονία.
Αυτή η ιστορία είναι απόσπασμα από το βιβλίο μου «Από το Κέιπ Τάουν στην Αλεξάνδρεια», στο οποίο αφηγούμαι το επικό, μοναχικό μου ταξίδι από άκρη σε άκρη της σαγηνευτικής Αφρικής, και διαβιβάζω μία σοβαρή μεν, γλαφυρή δε, απεικόνιση της ετερόμορφης και ιδιάζουσας αφρικανικής πραγματικότητας.
Εδώ, εντός αυτής της επικράτειας που μόλις ξεπερνάει το μέγεθος της Πελοποννήσου, έλαβε χώρα, από τον Απρίλιο έως τον Ιούλιο του 1994, η πιο αισχρή, συστηματική εθνοκάθαρση που γνώρισε η ανθρωπότητα μετά το τέλος του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου ― και ίσως αείποτε εκτός πολιτισμένων χωρών και από μη-πολιτισμένο λαό.
Εν αντιθέσει με την πλειονότητα των αφρικανικών κρατών, τα σύνορα του προκειμένου δεν χαράχθηκαν απόσποντα από τους Ευρωπαίους. Πριν την άφιξη των τελευταίων, η Ρουάντα αποτελούσε κυρίαρχο προαποικιακό βασίλειο, και κατοικείτο από ομοιογενή φυλετικά πληθυσμό, φέροντα την ίδια γλώσσα και εθιμοτυπία. Η κοινωνία των, ωστόσο, ήταν διατετμημένη σε δύο ταξικά στρώματα: το μεν πλειοψηφούν και καθυποτεταγμένο των Χούτου, και το δε μειοψηφούν και άρχον των Τούτσι. Κατά τα προοίμια των γεγονότων του 1994, οι ισορροπίες είχαν πλέον αλλάξει. Οι Χούτου είχαν πάρει την εξουσία μέσω ιδιαζόντων πολιτικών συγκυριών, και η χώρα ευρισκόταν σε ανοιχτή εμφύλια σύρραξη. Παραστρατιωτικές ομάδες εντός του καθεστώτος είχαν σχεδιάσει λεπτομερώς το εκτελεστικό σχέδιο της γενοκτονίας που άρχισε την εβδόμη Απριλίου, λίγες ώρες μετά το έναυσμα (πρόσχημα) που εδόθη από την δολοφονία του τότε προέδρου της χώρας Αμπιαριμάνα.
Τάγματα θανάτου, σχηματισμένα από τις τάξεις του στρατού και της αστυνομίας, βγήκαν παγανιά και μεθοδευμένα εκτέλεσαν προύχοντες Τούτσι και αντιφρονούντες Χούτου. Ακολούθως, ανήγειραν οδοφράγματα ανά όλη την επικράτεια της χώρας και συνέχισαν το θανατερό των έργο εκτελώντας επί τόπου όλους όσους είχαν την ατυχία να μην φέρουν ταυτότητα που αναγράφει πάνω τής Χούτου. Ταυτόχρονα χρησιμοποίησαν ευρέως το κρατικό ραδιόφωνο και παν άλλο μέσον προπαγάνδας και εκφοβισμού, ούτως ώστε να παροτρύνουν σύσσωμο τον λαό των Χούτου να πάρουν όπλα εναντίον των γειτόνων των. Ως αποτέλεσμα, χειριζόμενοι σπαθιά, ρόπαλα, πέτρες, και κυριολεκτικά οτιδήποτε, δάσκαλοι πήραν να θανατώνουν μαθητές, μαθητές δασκάλους και συμμαθητές, ιερείς ενορίτες… και ούτω καθεξής. Κάπου 70% του πληθυσμού των Τούτσι και 20% της χώρας ― έως ένα εκατομμύριο άνδρες, γυναίκες, και παιδιά ― είχαν αφανιστεί εντός των εκατό ημερών που διήρκεσε τελικά η αιματοχυσία· μέχρι που έλαβε τέλος όταν ο αντάρτικος στρατός των εκπατρισμένων στην Ουγκάντα Τούτσι (RPF) κατάφερε, μετά από μήνες μαχών, να πάρει τον έλεγχο της χώρας.
Δύο δεκαετίες έχουν πλέον παρέλθει από εκείνα τα τραγικά γεγονότα. Mόνο η ιστορία έχει απομείνει να στοιχειώνει τις ζωές των μισών περίπου κατοίκων της χώρας που είναι κάτω από είκοσι ετών. Χούτου και Τούτσι συμβιώνουν σήμερα ειρηνικά μετ’ αλλήλων. Κόσμος διερχόταν ασταμάτητα από τον δρόμο μπροστά μού. Κάποιοι εξ αυτών ήταν Χούτου, κάποιοι Τούτσι· δεν μπορούσα εννοείται να διακρίνω την διαφορά… Και πολύ αμφιβάλλω εάν και οι ίδιοι μπορούσαν.
Είλκυσε την προσοχή μου ένα κορίτσι, ίσαμε εικοσιλίγων ετών, μάλλον φοιτήτρια, ερχόταν αποκάτω με ένα σακίδιο στην πλάτη και έναν φάκελο στο χέρι. Σκέφτηκα πως κάλλιστα θα μπορούσε να είναι μία Τούτσι, ίσως ορφανή από τα παιδικά της χρόνια. Ερχόταν αποκάτω ευθύμως βαδίζουσα, και σαν πέρασε απομπροστά μού, διασταυρώθηκε με έναν μεσήλικα κοστουμαρισμένο τύπο, ο οποίος ερχόταν αποπάνω βιαστικός με έναν χαρτοφύλακα στο χέρι. Κάλλιστα και τούτος, σκέφτηκα, μπορεί πριν είκοσι χρόνια να σεργιάνιζε τους δρόμους με μία ματσέτα αντί για χαρτοφύλακα, και με αυτά του τα χέρια να είχε αφήσει αυτήν την κοπέλα ορφανή.