Άχου και να γινότανε με κάποιον έναν τρόπο
Κάποιο λυχνάρι νά ‘βρισκα σ’ έναν χαμένο τόπο
Τρισφαλισμένο μυστικό νά ‘στιβα από έναν μύθο
Ή ίσως ν’ ανεκάλυπτα την φιλοσοφική την λίθο
Μα και την δόλια μου ψυχή
Τις επαγγελικές τις γαίες
Τους παραδείσους και τα ουριά
Άπειρη ευδαιμονία
Όποια και να μού απέμενε στερνή απαντοχή
Όλα θα τα ξεπούλαγα στους βρωμερούς δαιμόνους
Όλα τα παρεπέταγα χωρίς καμμία τύψη
Αν ξεπηδούσε ο σατανάς απ’ τους βαθείς τους χθόνους
Και μού παρουσιαζότανε μια ευχή να μού χαρίσει
Ζωές θα ‘ζήταγα πολλές σε τούτον ‘δω τον κόσμο
Με σάρκα, πάθη, και οστά, και κάθε αδυναμία
Αλάτι κι οξυγόνο παράκτια να εισπνέω
Κι όλα τα πάμψηλα βουνά ν’ ανεβοκατεβαίνω
Ποτέ δεν θα βαριόμουνα· ποσώς δεν αμφιβάλλω
Θα τού ζητούσα τις ζωές πάρα πολλές να είναι
Τόσες που να κρατήσουνε για όσο η γη γυρίζει
Κι είθε να πάω στον διάολο όταν ο ήλιος σβήσει
Μα δεν θ’ αρκούμουνα σ’ αυτό
Πλιότερα θα ζητούσα
Για κάθε μια από τις ζωές αξίωση θα τό ‘χα
Νά ‘χα υποστάσεις πολλαπλές ωσάν την τωρινή μου
Τόσους να είχα εαυτούς
Όσες κι οι όμορφες γυναίκες του πλανήτη
Μη με θαρρείτε εγωιστή;
Το δίχως άλλο, είμαι!
Μα όχι δα και πάντοτε
Μην με παρεξηγήτε
Μονάχα, να…
Κάποιες στιγμές σαν ταύτες ‘δα
Που ο νους μου αδυνατεί να συλλάβει την φύση της γυναικίας ομορφιάς
Και ένα καρδιοχτύπι τρελό, ερωτικό την καρδιά μου συνεπαίρνει
Μόνο σε τέτοιες στιγμές
Που όταν τις οράω
Μαύρες, λευκές, και κίτρινες
Ψηλές, κοντές, λιγνές, και στρουμπουλές
Ξανθιές, μελαχρινές
Φτάνει να είναι όμορφες
Όλες τις αγαπάω