Εκεί, σε αυτό το μουσείο, ήταν που γνώρισα την Σάρα, ένα από τα πιο ενδιαφέροντα άτομα που πέτυχα σε όλο το ταξίδι. Ντόπια, Καϊριώτισσα, είχε έλθει κι αυτή να χαζεύσει τα πεπραγμένα των μακρινών της προγόνων. Τρακαριστήκαμε σε μία αίθουσα και πιάσαμε κουβέντα. Σαν φύγαμε, με-τα-πολλά, από το μουσείο, πήγαμε για καφέ και περίπατο για το υπόλοιπο εκείνης της ημέρας. Αληθινή επαναστάτρια και αγωνίστρια της ελευθερίας· κορίτσι με όνειρα, πάθος, και πυρωμένη ψυχή.
Αυτή η ιστορία είναι απόσπασμα από το βιβλίο μου «Από το Κέιπ Τάουν στην Αλεξάνδρεια», στο οποίο αφηγούμαι το επικό, μοναχικό μου ταξίδι από άκρη σε άκρη της σαγηνευτικής Αφρικής, και διαβιβάζω μία σοβαρή μεν, γλαφυρή δε, απεικόνιση της ετερόμορφης και ιδιάζουσας αφρικανικής πραγματικότητας.
Το εκπληκτικότερο γεγονός που συνέβη κατά τις ώρες που περάσαμε παρέα ήταν η πρόταση γάμου που δέχθηκα από μέρους της ― η οποία δεν ήταν μόνο η γρηγορότερη που είχα ποτέ δεχθεί, αλλά και η μοναδική. Η κοπελιά δαύτη ευρισκόταν σε αγωνία να παντρευτεί ώστε να καταφέρει να αποδράσει από την πατρίδα της. Εν περιπτώσει που θα δεχόμουν, θα μού προσέφερε ένα ουδόλως ευκαταφρόνητο ποσό, που είχε συγκεντρώσει ειδικά για αυτόν τον σκοπό. Και αφότου τελεύαμε τον γάμο, θα φεύγαμε παρέα για την Ευρώπη· όπου και θα χωρίζαμε, για να ξαναβρεθούμε μετά από λίγα έτη, όταν τα χαρτιά της είχαν διευθετηθεί, για να βάλουμε μπρος το διαζύγιο.
Η απογοήτευση ζωγραφίστηκε έντονη στα μάτια της μετά την άρνησή μου. Μού εξιστόρησε το πώς είχε στην ουσία ήδη συμφωνήσει με έναν καμένο, χαζούλη Γερμανό να κάνουν αυτήν την δουλειά· αλλά ψαχνόταν ακόμη, μιάς-και για διάφορους λόγους, δεν τον εμπιστευόταν τον τύπο.
«Δεν το καταλαβαίνω» μού είπε. «Γιατί να μην μπορώ να κάνω κι εγώ ό,τι κάνουν τα αγόρια; Γιατί να μην μπορώ να κάνω ποδήλατο ή να κολυμβήσω; Γιατί να μην μπορώ να φοράω ό,τι θέλω; Γεννήθηκα σε λάθος χώρα σού λέω! Θα φύγω! Θέλω ταξίδια, θάλασσες, βουνά, περιπέτειες!»