Η μόνη μπόρα της ημέρας εκδηλώθηκε τόμου προσπερνούσα μία ακρόδρομη καφετέρια. Είχε περάσει μέχρι να τελειώσω έναν καφέ, και έβγαλα αμούσκευτος όλη την απολαύσιμη απογευματινή διαδρομή. Ακόμη δεν ήξερα πού θα την έπεφτα το βράδυ. Μα μόλις υπερέβην ένα έπαρμα και ξάνοιξα την νέα θέα, αποφάσισα πού θα την πέσω και αύριο προσέτι το βράδυ.
Μεταξύ των δύο ανατολικότερων ακρωτηρίων της Ινδοκίνας, κατά μήκος του γιαλού του κατάσπαρτου με ακαταμέτρητες τράτες όρμου, έκειτο το ψαροχώρι του Ντάι Λαν. Οδήγησα μία πάνω-κάτω τον κεντρικό—και ουσιαστικά μοναδικό—δρόμο του χωριού και εντόπισα δύο ξενώνες. Μπήκα στον πρώτο και ρώτησα τιμή· μπήκα και στον δεύτερο κι επίσης ρώτησα τιμή, γνωστοποιώντας την τιμή του πρώτου· ξαναμπήκα στον πρώτο και επαναδιαπραγματεύτηκα την τιμή βάσει της τιμής του δεύτερου· και κατέληξα στον δεύτερο—τον οποίο προτιμούσα διότι ήταν σιμότερα στην θάλασσα—όπου κι εγκαταστάθηκα αφού έριξα την τιμή χαμηλότερα από την τελική προσφορά του πρώτου.
Το Ντάι Λαν υπήρξε ο αγαπημένος σταθμός αυτού μου του οδικού ταξιδιού. Χώρια από σποραδικά λεωφορεία με Κινέζους που έκαναν στάσεις για αρπαχτές φωτογραφίες και το-πολύ μια πεταχτή μάσα στο ένα εστιατόριο του χωριού, δεν λειτουργούσε τουρισμός. Μήτε λειτουργούσε οιαδήποτε άλλη οικονομική δραστηριότητα εκτός της αλιείας. Μέχρι και η γεωργία ήταν ανύπαρκτη· δεν είδα ούτε ρυζοχώραφο. Ο δρόμος ήταν έρημος και τα δυο-τρία μαγαζάκια μισάνοιχτα· είχαν δηλαδή τις θύρες ανοιχτές, έπαιρνε όμως ώρα φωνών και αναγύρευσης μέχρι να βρεις τον ιδιοκτήτη… Η οικονομικοκοινωνική καρδιά του χωριού παλλόταν στην παραλία.
Νυχθημερόν μοχθούσαν άνδρες στο νερό για τον επιούσιο. Εν αμφοτέροις του περιγιαλίου τοις βραχώδεσι άκροις, σάρωναν βουτηχτές τον βυθό υπό τον δριμύ ήλιο, ανελκύοντας σάκους γεμάτους στρείδια, χταπόδια, αχινούς, ολοθούρια, γαρίδες, αστακούς, και χιλίων-δύο λογιών μαλάκια, εχινόδερμα, και καρκινοειδή. Άλλοι ήταν παρατεταγμένοι καθ’ όλο το μήκος της ακροθαλασσιάς, είτε μόνοι καρτερεύοντας πάνω από πετονιές είτε σε ζεύγη αλάροντας δίχτυα στα ρηχά.
Τον κύριο πάντως όγκο της συγκομιδής εξασφάλιζε της κοινότητας ο αλαργοφάνταχτος αλιευτικός στόλος. Ενώ την ημέρα παρέμενε αδρανής, αγκυροβολημένος ανά τον ευρύ κόλπο με τα κιτρινοκόκκινα σημαιάκια του να πεταρίζουν στην πνοή του μπάτη, το βράδυ ξανοιγόταν στην υπηρεσία, γεμίζοντας τον μαύρο ορίζοντα με πράσινα και κόκκινα λαμπιόνια. Το πιο αξιοπαρατήρητο σύνεργο ήταν τα ιδιότυπα σκάφη που χρησιμοποιούσαν για μεταγωγή στα καΐκια: κάποια πλεκτά, στεγανά, θολωτά καλάθια επί των οποίων έλαμναν ένας-ένας όρθιοι σαν με σανίδα κωπηλασίας.
Όταν δεν δούλευαν, οι άνδρες τα έξυναν σε σκόρπια παρεάκια κάτω απ’ τις καζουαρίνες και τις τερμινάλιες. Κάπνιζαν και κουβέντιαζαν ζωηρά, παύοντας προσωρινά όπως αφοσιωθούν στην θεώρηση εκείνου του ξεκάρφωτου ξένου (εμού). Το παιδομάνι, πάλι, αδιάφορο προς την παρουσία μου, άπαυτα πηλαλούσε απ’-άκρη-σ’-άκρη της άμμου, τσαλαβουτούσε στα αβαθή, έχτιζε αμμόκαστρα, και επεδίδετο σε παντοδαπά ευφάνταστα παιχνίδια. Οι γυναίκες, τέλος, αδιάφορες και προς τον σαματά των τέκνων των όπως και προς την δική μου παρουσία, ήταν ολοκληρωτικά απορροφημένες στις σαπουνόπερες που προέβαλλαν ηλεκτροδοτούμενα με μπαλαντέζες συλλογικά τηλεκούτια υπό μουσαμαδένιων υποστέγων ανά την παραλία, ένω αφηρημένα και μηχανικά ξελέπιζαν και ξεντέριζαν ψάρια.
Με βαριά καρδιά άφησα αυτόν τον αχείμαντο τόπο για τον ψοφώδη και κονισαλέο αυτοκινητόδρομο. Με το ένα χέρι μάσκα στο πρόσωπο, το γκάζι κλειδωμένο τέρμα και την βελόνα σταθερή στα ογδόντα στο ευθύ ίσωμα, τραμπαλιζόμενος στα ανεμοσύρματα των διερχομένων νταλικών, διαρκώς μετατοπίζοντας την στάση μου ωσάν να ήταν η σέλα κάρβουνα όπως απαλύνω το βάρος του σάκου και τον πόνο του πιασίματος… μετρούσα τα χιλιόμετρα μέχρι που το βράδυ κόντευαν διακόσια-πενήντα.
Είχα αφιχθεί στην σκοτεινή πολιτεία του Ταμ Κουάν. Με δυσκολία εντόπισα ένα μισάνοιχτο εστιατόριο, του οποίου ο ιδιοκτήτης λίγο-τι απρόθυμα εδέχθη να ετοιμάσει κάτι πρόχειρο προς ικανοποίηση της λυσσαλέας μου πείνας. Με ανάλογη δυσκολία βρήκα και ένα μισοερημωμένο, αποκρουστικό πανδοχείο και κατέρρευσα σε ένα λερό στρώμα.
Ξύπνησα με ανατριχίλα. Ο ιδιοκτήτης έδερνε ένα παιδί του στο ισόγειο. Κραυγές οργής και σπαρακτικοί λυγμοί ηχούσαν στο δωμάτιό μου μέσω δύο πατωμάτων. Ήθελα να κάνω κάτι… αλλά πες μού εσύ τώρα τι να κάνω… Τα μάζευσα και έφυγα.
Μετά από διακόσια ακόμη εξοντωτικά χιλιόμετρα, έφτασα στην ιστορική, πλουσιοπαράδοτη, και πανέμορφη πόλη του Χόι Αν. Σκόπευα να μείνω δυο-τρεις ημέρες και να συνεχίσω προς την επίτευξη του ταξιδιωτικού μου στόχου που είχε ως τελικό προορισμό το Ανόι. Καθότι ωστόσο εκεί μού άρεσε πολύ—και κυρίως διότι ολοένα γνώριζα καινούργια, μπάνικα, ξένα και ντόπια κορίτσια—ανέβαλλα την αναχώρηση έως ότου επέκειτο η λήξη της βίζας μου. Έτσι-και εν τέλει φόρτωσα το παπί στο πορτμπαγκάζι ενός λεωφορείου και γύρισα στην Σαϊγκόν να πιάσω καμμια-πτήση για άλλη χώρα.
Φωτογραφίες
Δες (και αν θες χρησιμοποίησε) όλες μου τις φωτογραφίες από το Dai Lanh.
Στέγαση και δραστηριότητες στο Βιετνάμ
Γνωστοποίηση συνεργατικών σχέσεων: Εφόσον αγοράσεις αγαθά ή υπηρεσίες μέσω των εμπεριεχομένων στην παρούσα ιστοσελίδα συνδέσμων, ενδέχεται να προσλάβω κάποιο μικρό ποσοστό από το κέρδος του πωλητή δίχως να χρεωθείς επιπλέον δραχμή. Θα συνδράμεις λίαν εκτιμιτέως στην διατήρηση και περαιτέρω εμπλουτισμό αυτού του ιστοχώρου. Ευχαριστώ!
Το Stay22 είναι ένα χρήσιμο εργαλείο που σού επιτρέπει να αναζητήσεις και να συγκρίνεις καταλύματα και εμπειρίες από διαφορετικές πλατφόρμες πάνω στον ίδιο κομψό χάρτη. Καθόρισε τις προτιμήσεις σου στις ρυθμίσεις.