Τα πιο εντυπωσιακά, πάντως, δρώμενα σε αυτήν την πόλη συνέβαιναν την νύχτα. Σε αντίθεση με όλες τις προηγούμενες χώρες απ’ όπου είχα περάσει ― όπου ακόμη και ανάμεσα στους χριστιανικούς πληθυσμούς, η οινοπνευματοποσία δεν ήταν ιδιαίτερα διαδεδομένη ― στην Αντίς Αμπέμπα η νυχτερινή ζωή ήταν υπερδραστήρια. Πραγματικά, δεν νομίζω πως υπήρχε ένα οικοδομικό τετράγωνο σε όλη την πόλη χωρίς ένα τουλάχιστον μαγαζί να πουλάει αλκοόλ όλο το εικοσιτετράωρο. Σε άλλες περιοχές πάλι, θα έβλεπες ολόκληρους μαχαλάδες αφιερωμένους αποκλειστικά στην νυχτερινή διασκέδαση.
Αυτή η ιστορία είναι απόσπασμα από το βιβλίο μου «Από το Κέιπ Τάουν στην Αλεξάνδρεια», στο οποίο αφηγούμαι το επικό, μοναχικό μου ταξίδι από άκρη σε άκρη της σαγηνευτικής Αφρικής, και διαβιβάζω μία σοβαρή μεν, γλαφυρή δε, απεικόνιση της ετερόμορφης και ιδιάζουσας αφρικανικής πραγματικότητας.
Αμέτρητα παρακμιακά κωλοκλαμπόμπαρα, στενά συναγμένα το-ένα-δίπλα-στο-άλλο, έπιαναν ολάκερα μήκη δρόμων. Όλα αυτά ήταν στολισμένα με χριστουγεννιάτικα λαμπιόνια και διάφορους παρδαλούς φωτισμούς. Και ομηγύρεις ελαφροντυμένων δεσποινίδων ― κοινώς ξέκωλα ― ήταν συγκεντρωμένες παρά τις εισόδους των, προσπαθώντας να μαυλίσουν μέσα στα μαγαζιά τους σουρωμένους περαστικούς με πρόστυχα νεύματα και παιχνιδάκια.
Άλλα πάλι μαγαζιά ήταν πιο παραδοσιακά. Αντί για χαζά ηλεκτρονικά μπιτάκια, είχαν λυράρηδες και τυμπανιστές να παίζουν ιλαρούς αιθιοπικούς σκοπούς· και οι δεσποινίδες των, ντυμένες με κομψές παραδοσιακές φορεσιές, λίκνιζαν τα κορμιά των εκστασιασμένες στους αλέγρους ρυθμούς της λύρας, αναφωνώντας με πάθος «άχα άχα άχα άχα», πωρώνοντας τους εύπορους μεσήλικες θαμώνες, που με την σειρά των τών κολλούσαν χαρτονομίσματα με σάλιο στο κούτελο ή τα έχωναν ανάμεσα στα αναπηδώντα στήθη των.