Είναι εξαιρετικά ικανοποιητικό να ολοκληρώνεις κάτι που σού έχει απασχολήσει το κεφάλι για χρόνια. Όπως και με σχεδόν όλα μου τα τραγούδια, η συντέλεση αυτού υπήρξε μία πολυετής διαδικασία… Αρχίζει συνήθως με μία ξαφνική ιδέα – ένα ριφάκι, μία μελωδία, έναν στίχο – και σιγά-σιγά, κατά τα πρόσκαιρα διαλείμματα από τα ταξίδια μου, όταν μού δίδεται η πολυπόθητη ευκαιρία να πιάσω μια κιθάρα, όλο-και προστίθενται μέρη για να συγκροτηθεί σαν παζλ με τον καιρό ένα τελικό αποτέλεσμα.
Το χτίσιμο του συγκεκριμένου άρχισε ένα ζεστό καλοκαιρινό απόγευμα πριν περίπου τέσσερα χρόνια. Ήμουν στο Καζάν, πρωτεύουσα της αυτόνομης ρωσικής επαρχίας του Ταταρστάν. Είχα μόλις καθίσει σε ένα σκιερό παγκάκι σε έναν κομψό κήπο υπό το τέμενος του Κουλ Σαρίφ στο κρεμλίνο της πόλης. Άναψα ένα τσιγάρο και πήρα να περιπλανώμαι στον χαώδη κυκεώνα του μυαλού μου, και πήρα να παίζω μουσική στο κεφάλι μου να εναρμονίσω την υπόστασή μου. Αποκάπου μού μπήκε ως ωτοσκώληλας αυτός ο ρυθμός και πήρε να φέρνει ασταμάτητες λούπες. Έβγαλα τότε το σημειωματάριο και έγραψα και την πρώτη στροφή του ρεφρέν. Τελείωσα το τσιγάρο, άφησα το νέο μου ημιτελές δημιούργημα στην αναμονή, και έφυγα.
Νότα-νότα, λέξη-λέξη, τού έδωσα τελικά πρόσφατα την τελική του μορφή και είπα να το ηχογραφήσω. Εν αντιθέσει με όλα μου τα προηγούμενα τραγούδια, που τα ηχογράφησα με σκέτες κιθάρες στο κινητό, αυτήν την φορά είπα να δοκιμάσω να κάνω κάτι πιο πλήρες και ποιοτικό. Ακόμη μακριά από μία επαγγελματική ηχογράφηση – που θα απαιτούσε ένα στούντιο και εξοπλισμό που ούτε τα λεφτά ούτε τον χρόνο διαθέτω να ασχοληθώ να ψάξω – χρησιμοποίησα τα βασικά μου μέσα και το έγραψα το κατά δύναμιν καλύτερα με ψηφιακό συγκρότημα. Ελπίζω σε κάποιους να αρέσει 🎸
*Το outro είναι λίγο πειραματικό. Άκουγα πολύ prog rock τελευταία και επηρεάστηκα. Αν φίλοι μου μουσικοί τύχει και το ακούσουν και το καταλάβουν, θα χαιρόμουν να ακούσω εντυπώσεις.
Στίχοι
Την πρώτη γνωριστήκαμε
Ευθύς ηλεκτριστήκαμε
Μα χώρια κοιμηθήκαμε
Σφιγμένα με αγκάλιασες
Σεμνά με καληνύχτισες
Δειλά την πόρτα έκλεισες
Μα κι αν τον τοίχο κράτησες
Νοερά το κανονίσαμε
Την δεύτερη με κάλεσες
Την τακτική σου άλλαξες
Με ζέση με προσκάλεσες
Στον καναπέ καθίσαμε
Μιλήσαμε, τριφτήκαμε
Μια μπύρα μοιραστήκαμε
Ολόψυχα μού ανοίχτηκες
Και τότε ξεσκιστήκαμε
Την Τρίτη δεν με ξύπνησες
Σ’ άδειο κρεβάτι μ’ άφησες
Στην πόλη με παράτησες
Με μια τεκνού τριγύρισα
Με μια Μαλάγια έμπλεξα
Τις εκαλολιμπίστηκα
Μα σαν το βράδυ έπεσε
Με χίλια πίσω σού έτρεξα
Την Τέταρτη δεθήκαμε
Στιγμή δεν χωριστήκαμε
Τον χρόνο φοβηθήκαμε
Περνούσε, θα τελείωνε
Το δειλινό πλησίαζε
Μελαγχολία πλάκωσε
Τα στόματά μας ράψαμε
Και στο κρεβάτι ορμήξαμε
Την Πέμπτη ερωτευθήκαμε
Κορμί δεν ξεκολλήσαμε
Βουβά συνενωθήκαμε
Ρητά αποθεωθήκαμε
Μα το πρωί εσίμωνε
Ο Γιάπωνας ερχότανε
Στην πόρτα με συνόδευσες
Κι αποχαιρετιστήκαμε
Πέντε νύχτες στην Κότα Καλιμπάτα
Τα κορμιά μας ιδρωμένα
Ενωμένα σ’ ένα σώμα
Εκυλιόντουσαν στο στρώμα
Αυτό ήταν μυστικό
Τό ‘ξερα μόνο εγώ
Και τα μάτια σου τα λάγνα
Χίλιες νύχτες μες στις φαύλες μου αναμνήσεις
Ολοένα επιστρέφεις
Επιφέρεις φαντασιώσεις
Ερεθίζεις ονειρώξεις
Δεν μ’ αφήνεις να σκεφτώ
Μού προσβάλλεις το μυαλό
Πωπω πώς με δαιμονίζεις